Συχνά οι άνθρωποι μιλούν για τις προκλήσεις όσον αφορά την συμπεριφορά των ατόμων με άνοια. Μπορεί να δοθεί η εντύπωση ότι η συμπεριφορά αυτή οφείλεται στην άνοια και όλο αυτό είναι χαρακτηριστικό του ατόμου. Οι ασθενείς αντιδρούν με βάση τις πηγές που έχουν, την κατάσταση/συνθήκες που βρίσκονται και τον τρόπο που οι άλλοι άνθρωποι τους συμπεριφέρονται. Από την οπτική των ασθενών η αντίδρασή τους είναι λογική. Όλοι οι άλλοι άνθρωποι αντιδρούν ανεπαρκώς αφού οι ανάγκες τους δεν καλύπτονται. Την «δύσκολη» συμπεριφορά μπορεί να την εξηγήσει κάποιος ως σύμπτωμα αδυναμίας. Όταν οι φροντιστές λαμβάνουν μία τέτοια «δύσκολη» συμπεριφορά τείνουν να αντιλαμβάνονται από τρίτους τα συμπεριφορικά προβλήματα σαν να φταίει το άτομο που έχει αυτή την συμπεριφορά. Στην πραγματικότητα οι φροντιστές δυσκολεύονται διότι δεν ξέρουν πως να χειριστούν την συμπεριφορά. Χρειάζεται να κοιτάξουν πίσω από την συμπεριφορά.
Οι πηγές που έχει το άτομο φαίνεται να σχετίζονται με τον τύπο της άνοιας που έχει καθώς και με την ιστορία και τωρινή κατάστασή του. Όμως υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά που μπορούν να πάρουν υπόψιν τους οι φροντιστές. Τα άτομα με άνοια έχουν μία προοδευτική εγκεφαλική βλάβη που συνήθως σημαίνει ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο, χρειάζονται περισσότεροι ενέργεια από πριν την αρρώστια και χρειάζονται περισσότερο ύπνο. Η γνωστική ικανότητα μειώνεται σε ποικίλους βαθμούς. Αυτό μεταφορικά σημαίνει ότι ο φροντιστής οδηγεί μία Ferrari, γνωστικά μιλώντας, και ο ασθενής ιππεύει ένα άλογο με άμαξα. Ο φροντιστής πρέπει επομένως να μειώσει τον ρυθμό του στον λόγο και στις πράξεις ώστε το άτομο με άνοια να αισθάνεται καλά (δες περίπτωση πρώτη πιο πάνω).
Μία άλλη ιδέα όταν δουλεύεις με άτομα με «δύσκολη» συμπεριφορά, είναι να δίνεις προτεραιότητα στη σχέση και μετά στην εργασία. Πολλοί άνθρωποι με άνοια θυμούνται λίγο και αν δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τον άνθρωπο ή τον τρόπο που γίνεται η φροντίδα, δεν ντύνονται και δεν πλένονται. Η σχέση έτσι δεν είναι καλή και το άτομο θα την εκλάβει ως παραβίαση της ιδιωτικής του περιοχής και θα αντιδράσει ανάλογα με αυτό. Εάν ακολουθήσουμε την ανθρωποκεντρική προσέγγιση δεν μπορούμε να βλέπουμε τον άνθρωπο σαν μία εργασία που πρέπει να ολοκληρωθεί. Υπάρχει ανάγκη το άτομο να έχει μία καλή σχέση με το προσωπικό του νοσοκομείου που αργότερα μπορεί να τον βοηθήσει. Η δημιουργία σχέσεων χρειάζεται χρόνο και μπορεί να είναι μία μακρά διαδικασία όταν μιλάμε για προτεραιότητες εργασιών.
Οι άνθρωποι με άνοια έχουν συνεχώς εμπειρίες απώλειας στη ζωή τους όπως η απώλεια της λειτουργικότητας, των γνωστικών δεξιοτήτων, των διαδικαστικών δεξιοτήτων, των επικοινωνιακών δεξιοτήτων και η μεγάλη απώλεια του ρόλο τους αφού δεν μπορούν να ανταποκριθούν στους ρόλους που είχαν. Όλες αυτές οι απώλειες μπορούν να αφήσουν το άτομο με μία τρομερή αίσθηση αδυναμίας στην οποία το άτομο αντιδρά ανάλογα. Η αδυναμία είναι ένα καταστροφικό συναίσθημα για το άτομο είτε είναι φροντιστής είτε ασθενής είτε ηλικιωμένο άτομο με στήριξη στο σπίτι του. Οι αδύναμοι φροντιστές είναι συχνά απαιτητικοί και έρχονται σε αντιπαράθεση. Τότε ο φροντιστής προσπαθεί να εκπαιδεύσει και να διδάξει το άτομο με άνοια να συμπεριφέρεται καθώς πρέπει. Αυτό είναι σπάνια επιτυχές διότι η εκπαίδευση βασίζεται στη μάθηση και η άνοια συνεπάγεται ότι το άτομο δεν είναι καλό στο να μάθει. Η μέθοδος αυτή μπορεί να καταλήξει σε διαφωνία/τσακωμό διότι ο ασθενής αισθάνεται ότι ο φροντιστής του μιλά σαν να είναι παιδάκι. Αυτή/ος (ασθενής) έχει συμπεριφερθεί «καθώς πρέπει» στη διάρκεια της/του ζωής της/του και είναι ενήλικας. Το άτομο πιθανόν να μην μπορεί να θυμηθεί για ποιον λόγο έγινε ο τσακωμός αλλά αισθάνεται ότι, ό,τι έχει συμβεί είναι άδικο για αυτόν. Για τα άτομα με άνοια τα συναισθήματα μπορεί να διατηρηθούν στο σώμα τους για καιρό χωρίς οι ίδιοι να μπορούν να εξηγήσουν το γιατί.